Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ερωτήσεις σχολικού για το Μες στους Προσφυγικούς Συνοικισμούς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ερωτήσεις σχολικού για το Μες στους Προσφυγικούς Συνοικισμούς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Ερωτήσεις σχολικού: Μες στους Προσφυγικούς Συνοικισμούς

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Jim Hunt 

Ερωτήσεις σχολικού: Μες στους Προσφυγικούς Συνοικισμούς 

Κατά πόσο στο παρόν πεζογράφημα βρίσκουν εφαρμογή τα λόγια του Νίκου Καζαντζάκη στην Ασκητική: Το πρώτο σου χρέος, εκτελώντας τη θητεία σου στη ράτσα, είναι να νιώσεις μέσα σου όλους τους προγόνους. Το δεύτερο, να φωτίσεις την ορμή τους και να συνεχίσεις το έργο τους. Το τρίτο σου χρέος, να παραδώσεις στο γιο τη μεγάλη εντολή να σε ξεπεράσει.

Τα λόγια του Καζαντζάκη προϋποθέτουν μια συνεχή και αδιάσπαστη επικοινωνία με τη ράτσα, με τους προγόνους, αλλά και μια συνέχεια στη γραμμή του αίματος μέσα από την απόκτηση απογόνων.
«Το πρώτο σου χρέος, εκτελώντας τη θητεία σου στη ράτσα, είναι να νιώσεις μέσα σου όλους τους προγόνους»: Σε ό,τι αφορά το πρώτο χρέος διαπιστώνουμε πως ο αφηγητής παρατηρεί, μελετά και γνωρίζει σε βάθος τα χαρακτηριστικά της ράτσας του, ενώ παράλληλα γνωρίζει την ιστορία και τη συνέχεια τόσο του δικού του τόπου όσο και των περιοχών απ’ όπου προέρχονται οι άλλοι πρόσφυγες. Ο αφηγητής αισθάνεται μια ισχυρή επικοινωνία με τους ανθρώπους που προέρχονται από την ιδιαίτερη πατρίδα του, τονίζοντας έτσι την ιδιαίτερη αξία που δίνει στην κοινή καταγωγή και στους κοινούς προγόνους. Προκρίνει, μάλιστα, τη σημασία της καταγωγής σε σχέση με τον τόπο γέννησης, καθώς αισθάνεται πως πατρίδα του είναι η Ανατολική Θράκη.
«Το δεύτερο, να φωτίσεις την ορμή τους και να συνεχίσεις το έργο τους»: Ο αφηγητής αισθάνεται μεγάλη εκτίμηση για τους πρόσφυγες, τόσο για την ιστορία τους, όσο και για την αγνότητα που χαρακτηρίζει την ψυχή τους. Οι πρόσφυγες διατηρούν τους τρόπους της παραδοσιακής διαβίωσης και συνεχίζουν στους συνοικισμούς που κατοικούν την ίδια αρμονική συνύπαρξη. Εντούτοις, ο αφηγητής καταγγέλλει πως τους εργατικούς και αγνούς αυτούς ανθρώπους, τους εκμεταλλεύτηκαν οι κρατούντες εξωθώντας τους να λάβουν μέρος στην εμφύλια διαμάχη κι έχοντας τώρα την ανησυχία μήπως στραφούν εναντίον τους, προσπαθούν να τους απομακρύνουν από τη χώρα. «Κι όμως τα τελευταία χρόνια έχουν κάνει το παν για να σκορπίσει η ομορφιά αυτή στους τέσσερις ανέμους. Οι εγκληματίες των γραφείων εκμεταλλεύτηκαν τη ζωηράδα τους και την αγνότητά τους. Τους εξώθησαν να σφάξουν και να σφαχτούν να φαγωθούν, ιδίως μεταξύ τους. Τώρα φυσικά τους τρέμουν και προσπαθούν να τους ξεφορτωθούν με τη μετανάστευση.»
Η δόλια αντιμετώπιση απέναντι στους πρόσφυγες, αναιρεί το τρίτο χρέος, καθώς οι κρατούντες όχι μόνο δεν θέλουν να δουν τη δυναμικότητα των προσφύγων να εξελίσσεται, αλλά επιχειρούν και να την εμποδίσουν ή και να τη ματαιώσουν. Οι κρατούντες προτιμούν να δουν τις νεότερες γενιές των προσφύγων να φεύγουν από τη χώρα, καθώς φοβούνται ότι μετά από την εκμετάλλευση που επιχείρησαν εις βάρος τους και εις βάρος των γονιών τους, υπάρχει το ενδεχόμενο οι νεότεροι να διεκδικήσουν την απόδοση ευθυνών.
Ακόμη και σε προσωπικό επίπεδο, διαπιστώνουμε την αδυναμία εκπλήρωσης του τρίτου χρέους από τον αφηγητή, ο οποίος παρά την εκτίμηση για τους προγόνους του και για την ιστορία τους, ο ίδιος δεν απέκτησε δική του οικογένεια ώστε να μπορέσει να μεταδώσει στο γιο του τη θέληση να γίνει ακόμη καλύτερος. Παραμένει ολομόναχος και ξένος. 

Ερωτήσεις σχολικού για το "Μες στους Προσφυγικούς Συνοικισμούς": Στο κείμενο ο αφηγητής κινείται ανάμεσα σε δύο διαφορετικές ανθρώπινες κοινότητες: τους ανθρώπους της πόλης και τους πρόσφυγες.

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
George Siaba 

Στο κείμενο ο αφηγητής κινείται ανάμεσα σε δύο διαφορετικές ανθρώπινες κοινότητες: τους ανθρώπους της πόλης και τους πρόσφυγες. Πώς αντιμετωπίζει τους κόσμους αυτούς; (α΄ Ποια είναι εκείνα τα σημεία όπου αυτοβιογραφείται; β΄ Τι τον ωθεί να μιλά με συγκίνηση για επιστροφή «επιτέλους στην πατρίδα», ενώ βρίσκεται ήδη στον τόπο που γεννήθηκε;)

Ο αφηγητής αισθάνεται μεγαλύτερη συγγένεια με τον κόσμο των προσφύγων, παρόλο που δεν κατοικεί μαζί τους, κι αυτό γιατί ανήκει και ο ίδιος σε οικογένεια προσφύγων. Η επαφή που αισθάνεται ο Ιωάννου με τους άλλους πρόσφυγες δηλώνεται σε αρκετά σημεία του κειμένου και αποτελεί μια ειλικρινή διατύπωση των συναισθημάτων του. «Κι όμως πόση συγκίνηση έχει να κοιτάζεις ή να συζητάς στα καφενεία και να διαισθάνεσαι τη δική σου ή μια άλλη πανάρχαια ράτσα. Ακούς εκείνες τις φωνές με τη ζεστή προφορά και σου ‘ρχεται ν’ αγκαλιάσεις.» Ο αφηγητής κάθε φορά που βρίσκεται στους προσφυγικούς συνοικισμούς αισθάνεται πως βρίσκεται ανάμεσα σε δικούς του ανθρώπους, με τους οποίους έχει έναν ισχυρό δεσμό, χάρη στην κοινή τους καταγωγή.
Ο Ιωάννου έχει βέβαια γεννηθεί και μεγαλώσει στη Θεσσαλονίκη, εντούτοις ο τόπος καταγωγής του είναι η Ανατολική Θράκη και συχνά, όταν βρίσκεται με πρόσφυγες από εκείνα τα μέρη, νιώθει μια ζεστασιά και μια οικειότητα, σαν να έχει επιστρέψει στην πατρίδα του. Η διαπίστωση αυτή έρχεται να τονίσει βέβαια την αναμφισβήτητη επαφή που υπάρχει ανάμεσα σε ανθρώπους κοινής καταγωγής, αλλά και την έντονη συναισθηματική ανάγκη του αφηγητή να αισθανθεί πως ανήκει κάπου, πως είναι μέρος μιας ομάδας, μιας κοινότητας. Το γεγονός, άλλωστε, ότι δεν έχει γεννηθεί στην Ανατολική Θράκη, ούτε την έχει επισκεφτεί ποτέ, καθιστά την επαφή του με τους από εκεί πρόσφυγες, μερική και όχι πλήρη. «Χαίρομαι να κοιτάζω τις αδρές και τίμιες φυσιογνωμίες τους, κι ανατριχιάζω βαθιά, όταν σκέφτομαι πως αυτός που μου μιλά είναι δικός μου άνθρωπος, της φυλής μου. Κάτι σα ζεστό κύμα με σκεπάζει ξαφνικά, θαρρείς και γύρισα επιτέλους στην πατρίδα.»
Ο αφηγητής είναι ειλικρινής όταν εκφράζει το δυνατό αίσθημα οικειότητας που νιώθει κάθε φορά που μιλά με ανθρώπους της φυλής του, καθώς όλοι του οι πρόγονοι, όπως και οι γονείς του, προέρχονται από εκείνα τα μέρη, γεγονός που καθιστά ξεκάθαρη την επαφή του με την Ανατολική Θράκη. Εντούτοις, ο αφηγητής έχει γεννηθεί και μεγαλώσει στη Θεσσαλονίκη, αποκομμένος από τους άλλους πρόσφυγες, κι αυτό αποτελεί ένα σημαντικό εμπόδιο για την πλήρη επικοινωνία μαζί τους. «Τους πληροφορεί το αίμα τους για μένα, όπως και το δικό μου με κάνει να τους κατέχω ολόκληρους. Πάντως ποτέ τους δεν επιμένουν να με κρατήσουν στις παρέες τους.»
Ο αφηγητής προχωρά σε ιδιαίτερα προσωπικές εκμυστηρεύσεις για τη ζωή του, δηλώνοντας τη μοναξιά που χαρακτηρίζει τη ζωή του, αλλά και το παράπονό του για το γεγονός ότι ποτέ δεν απέκτησε δικό του σπίτι και δεν κατόρθωσε να αποκτήσει ουσιαστικές ρίζες στη ζωή του. «Ολομόναχος, ξένος παντάξενος, χάνομαι στις μεγάλες αρτηρίες.», «Εγώ όμως από τώρα είμαι βαριά παραπονεμένος. Μέσα στους ξένους και στα ξένα πράγματα ζω διαρκώς στα έτοιμα και στα νοικιασμένα. Συγκατοικώ με ανθρώπους που αδιαφορούν τελείως για μένα, κι εγώ γι’ αυτούς.»



Γιώργος Ιωάννου: Τα πεζογραφήματα του Ιωάννου θεωρήθηκαν ως μια φυλετική και ιστορική συνείδηση της πόλης του, της Θεσσαλονίκης.

Ερωτήσεις σχολικού για το "Μες στους Προσφυγικούς Συνοικισμούς": Τι νόημα προσδίδει ο αφηγητής στους όρους «πρόσφυγες», «ράτσα», «πατρίδα»;

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Προτομή της Μαντώς Μαυρογένους στη Μύκονο 

Τι νόημα προσδίδει ο αφηγητής στους όρους «πρόσφυγες», «ράτσα», «πατρίδα»; Πιστεύετε πως το ίδιο νοηματικό περιεχόμενο υφίσταται στις μέρες μας ή έχει τροποποιηθεί;

Πρόσφυγες, κατά τον αφηγητή, δεν είναι μόνο οι άνθρωποι που εγκατέλειψαν δια της βίας τις ιδιαίτερες πατρίδες τους, αλλά και τα παιδιά τους, τα οποία μπορεί να έχουν γεννηθεί στη Θεσσαλονίκη, αλλά δεν παύουν να αισθάνονται ότι ανήκουν στον τόπο καταγωγή τους. Η προσφυγιά, πάντως, για τους Έλληνες είναι μια ξεχωριστή έννοια, καθώς συνδέεται με τραγικά ιστορικά γεγονότα, όπως είναι φυσικά η καταστροφή της Σμύρνης και η εξαναγκαστική ανταλλαγή πληθυσμών, που ξερίζωσε χιλιάδες ανθρώπους από τα πατρογονικά εδάφη τους.
Παρόλο που οι μετακινήσεις των προσφύγων έγιναν από εδάφη με μακραίωνη ελληνική παράδοση σε εδάφη που ανήκουν στο ελληνικό κράτος, ο πόνος που βίωσαν υπήρξε τρομερός, καθώς αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις περιουσίες τους, τον τόπο στον οποίο είχαν γεννηθεί κι εξαναγκάστηκαν να ξεκινήσουν τη ζωή τους από την αρχή, χωρίς να έχουν τίποτε δικό τους, παρά μόνο την ανάγκη τους να επιβιώσουν.
Ο όρος πρόσφυγας διατηρεί και σήμερα το ίδιο περιεχόμενο, αν και στα πλαίσια της ελληνικής κοινωνίας, χαρακτηρίζουμε όλους τους ξένους μετανάστες -λέξη που διατηρεί το στοιχείο της οικειοθελούς μετακίνησης- έστω κι αν κάποιοι από αυτούς τους ανθρώπους ενδέχεται να έχουν εκδιωχθεί από τον τόπο τους.
Η λέξη ράτσα, παρόλο που σήμερα μπορεί να λαμβάνει μια αρνητική διάσταση λόγω της συσχέτισής της με την έννοια του ρατσισμού, χρησιμοποιείται από τον αφηγητή για να μιλήσει για ανθρώπους κοινής καταγωγής από διάφορα μέρη του ελληνικού χώρου ή τόπων με έντονη ελληνική παράδοση. Όταν, για παράδειγμα, ο αφηγητής αναφέρεται με συγκίνηση στους ανθρώπους που ανήκουν στη δική του ράτσα, μιλά για εκείνους που έχουν καταγωγή από την Ανατολική Θράκη και με τους οποίους αισθάνεται πως έχει κοινά χαρακτηριστικά και το κυριότερο έναν αδιάσπαστο δεσμό που διατρέχει το αίμα τους, χάρη στη σειρά των κοινών προγόνων.
Η λέξη πατρίδα με τη σημερινή έννοια αναφέρεται στη χώρα καταγωγής ενός ανθρώπου, κι ως εκ τούτου η Ελλάδα είναι η πατρίδα όλων των Ελλήνων. Στο κείμενο, όμως, η λέξη αυτή έχει μια πιο ειδική διάσταση, καθώς αναφέρεται στον συγκεκριμένο τόπο καταγωγής ενός ανθρώπου. Η πατρίδα του αφηγητή, υπό αυτή την έννοια, είναι η Ανατολική Θράκη, μιας και από εκεί κατάγονται οι γονείς του. Ο λόγος για τον οποίο γίνεται αυτή η διάκριση είναι το γεγονός ότι οι πρόσφυγες προέρχονται από περιοχές που δεν ανήκουν πλέον στο ελληνικό κράτος. Οι άνθρωποι, όμως, αυτοί δεν μπορούν παρά να θεωρούν πατρίδα τους τον τόπο στον οποίο γεννήθηκαν, έστω κι αν ανήκει πλέον σε κάποιο άλλο κράτος. Η Ανατολική Θράκη, για παράδειγμα, η ιδιαίτερη πατρίδα του αφηγητή, ανήκει στο τουρκικό κράτος, όταν, επομένως, ο αφηγητής αναφέρεται στην πατρίδα του, δεν εννοεί φυσικά την Τουρκία, αλλά τον συγκεκριμένο τόπο από τον οποίο κατάγεται και ο οποίος για αιώνες είχε ισχυρή ελληνική παρουσία.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...